Το αργά και το γρήγορα
Η χελώνα και ο λαγός μάλωναν για την ταχύτητά τους. Κι αφού καθόρισαν ώρα και τόπο χώρισαν. Ο λαγός, από φυσικού του ταχύς, δεν κοίταξε να τρέξει, αλλά ξάπλωσε στο δρόμο και κοιμήθηκε, ενώ η χελώνα, ξέροντας τη βραδύτητά της, δε σταμάτησε να τρέχει και έτσι ξεπέρασε τον κοιμισμένο λαγό και έφτασε πρώτη στο τέρμα και κέρδισε τη νίκη.
Ο μύθος διδάσκει ότι πολλές φορές η επιμέλεια νικά την αμελή φυσική ικανότητα.
Αισώπου Μύθοι, μετάφραση – επιμέλεια Τάσος Βουρνάς, Πατάκης
Η μέρα που όλοι περίμεναν έφτασε. Τα ζώα του δάσους είχαν προπονηθεί εντατικά και δικαιολογημένα είχαν κάποιο τρακ.
Όλοι έβαλαν τα δυνατά τους και ο αγώνας είχε ενδιαφέρον μέχρι το τέλος! Και να... που ο Λαγός, ο Λαγός που είχε προπονηθεί πιο σκληρά απ' όλους, μέρα νύχτα στο δάσος... πλησίασε πρώτος στο νήμα! Ο Λαγός ήρθε πρώτος!
Οι σκίουροι τερμάτισαν στη δεύτερη θέση – στην Τρίτη θέση ήρθε ο κυρ-Κάστορας.
Η Χελώνα τερμάτισε προτελευταία και τελευταίες ήρθαν οι πάπιες – όλοι βέβαια αναγνώρισαν την προσπάθεια τους... στο κάτω κάτω ήταν πουλιά![...]
Ξαφνικά ο Λαγός είχε μια ιδέα: ξεκρέμασε το χρυσό μετάλλιο από το λαιμό του – το μόνο χρυσό μετάλλιο που είχε πραγματικά κερδίσει – και το πέρασε με επισημότητα γύρω από το λαιμό της χελώνας...
«Για τη φίλη μας τη Χελώνα που έφερε την ειρήνη στο δάσος», ανακοίνωσε με μια υπόκλιση.[...]
Η Χελώνα κοκκίνησε. Δεν ήταν και λίγο να της κάνει μια τέτοια τιμή το πιο γρήγορο ζώο στο δάσος!
Μπέκη Μπλουμ, Ο Λαγός και η Χελώνα, Ταξιδευτής
Είναι νωρίς για το 'να, είναι αργά για τ' άλλο.
Άκουσε το ρολόι και ξύπνα, δες το φεγγαράκι και ξάπλωσε.
Είναι ώρα φαγητού, είναι ώρα να πάμε εδώ, είναι ώρα να φύγουμε από κει.
Αμάν πια...
Δε με παρατάτε, λέω εγώ, με τις μέρες, με τις ώρες και τα χρόνια;
Λώρη Κέζα, Η ώρα είναι εκατό, Παπαδόπουλος
Εδώ θα πρέπει μάλλον να εξηγήσω ότι με λένε Ρίκο και είμαι μια ιδιομορφία. Το μυαλό μου είναι λίγο αργό. Αυτό δε θα πει ότι έχω λιγότερο μυαλό από τους άλλους ανθρώπους. Έχω όσο μυαλό έχουν όλοι. Το μυαλό μου σκέφτεται, και μάλιστα πολύ, Απλώς σκέφτεται αργά, Κι έτσι οι σκέψεις μου κρατάνε περισσότερη ώρα απ' όσο οι σκέψεις των άλλων ανθρώπων.
Αντρέας Στάινχέφελ, Ρίκο και Όσκαρ – το μυστήριο του ριγκατόνι, Μεταίχμιο
Ο Τζων Φράκλιν είχε κλείσει τα δέκα, αλλά εξακολουθούσε να είναι τόσο αργός στις κινήσεις του, που δεν τα κατάφερνε να παίξει μπάλα. Μπορούσε όμως να κρατάει για τους άλλους το σκοινί με το στεφάνι. Το περνούσε από το χαμηλότερο κλαδί του δέντρου και δε σάλευε το χέρι του μέχρι το τέλος που παιχνιδιού. Σ' ολόκληρο το Σπίλσμπι, ακόμα και σ' ολόκληρη την επαρχία του Λινκολνσάιρ, δεν υπήρχε κανένα παιδί καλύτερό του στο κράτημα του σκοινιού.[...]
Στο κρεβάτι ο Τζων ανακεφαλαίωσε τους πόνους της ημέρας. Αγαπούσε την ησυχία, αλλά θα 'πρεπε να τα καταφέρνει και τις στιγμές που όλα γίνονταν γρήγορα. Όταν δεν προλάβαινε, όλα γύριζαν εναντίον του. Έπρεπε λοιπόν να μάθει να προλαβαίνει. Ο Τζων ανακάθισε στο κρεβάτι του, ψαχούλεψε τα γόνατά του και έχωσε τη γλώσσα του στο κενό που είχε αφήσει το δόντι. Για να σκεφτεί καλύτερα. Θα μελετούσε και θα μάθαινε τη γρηγοράδα, όπως άλλοι άνθρωποι μελετούσαν τη Βίβλο ή μάθαιναν να διακρίνουν τα χνάρια των ζώων στο κυνήγι. Κάποια μέρα θα ήταν αυτός ο πιο γρήγορος, ο πιο γρήγορος απ' όλους όσοι τώρα τον περνούσαν. Θα 'θελα να 'μουν σαν τον ήλιο, που φαίνεται μόνο αργός καθώς σκίζει τον ουρανό. Οι ακτίνες του είναι πιο γρήγορες κι απ' το βλέμμα του ανθρώπου. Το πρωί φτάνουν σε μια στιγμή μέσα και στα πιο μακρινά βουνά. «Γρήγορος σαν τον ήλιο!» είπε δυνατά και ξανάπεσε στο μαξιλάρι του.
Στεν Ναντόλνυ, Η ανακάλυψη της βραδύτητας, Καστανιώτης
Το πιο περίεργο απ' όλα ήταν πως τα δέντρα και τ' άλλα πράγματα γύρω τους δεν άλλαζαν καθόλου θέση: όσο γρήγορα κι αν πήγαιναν, φαινότανε σα να μην περνούσαν τίποτα, «Αναρωτιέμαι μήπως όλα κινούνται μαζί μας,» σκεφτότανε η καημένη η Αλίκη χωρίς να μπορεί να δώσει εξήγηση. Κι η Βασίλισσα σα να μάντεψε τις σκέψεις της, γιατί φώναξε, «Πιο γρήγορα! Μην προσπαθείς να μιλήσεις!»
Όχι πως η Αλίκη είχε στο νου της να το κάνει. Ένοιωθε πως μάλλον δε θα μπορούσε να ξαναμιλήσει πια, τόσο της είχε κοπεί η αναπνοή: κια ακόμα φώναζε η Βασίλισσα «Πιο γρήγορα!» και την έσερνε μαζί της. «Πλησιάζουμε;» κατάφερε τέλος να πει η Αλίκη ξεψυχισμένα.
«Πλησιάζουμε!» ξανα 'πε η Βασίλισσα. «Το περάσαμε εδώ και δέκα λεπτά! Πιο γρήγορα!» Και τρέχανε αρκετή ώρα χωρίς να μιλάνε, κι ο άνεμος σφύριζε στ' αυτιά της Αλίκης, κι η Αλίκη φανταζότανε πως σχεδόν της έπαιρνε τα μαλλιά απ' το κεφάλι.
«Τώρα! Τώρα!» φώναξε η Βασιλισσα. «Πιο γρήγορα! Πιο γρήγορα!» Και βρεθήκανε τέλος να τρέχουν τόσο γρήγορα που μοιάζανε να σκίζουν τον αέρα, και τα ποδια τους σα να μην ακουμπούσανε στο έδαφος, ώσπου ξαφνικά, εκεί που η Αλίκη είχε τελείως εξαντληθεί, σταμάτησαν, και να 'τηνε, που κάθησε στο χώμα, ζαλισμένη και λαχανιασμένη.
Η Βασίλισσα την ανασήκωσε και τη στήριξε σ' ένα δέντρο, κι είπε με καλωσύνη, «Τώρα μπορείς να ξεκουραστείς λίγο».
Η Αλίκη κοίταξε γύρω της και τα 'χασε. «Μα έχω την εντύπωση πως βρισκόμαστε κάτω απ' αυτό το δέντρο συνέχεια! Κάθε τι είναι ακριβώς όπως ήταν!»
«Και βέβαια είναι», είπε η Βασίλισσα, «Τι νόμιζες;»
«Μα στη δικιά μας χώρα», είπε η Αλίκη, ασθμαίνοντας ακόμα λιγάκι, «συνήθως βρίσκεσαι κάπου αλλού - αν τρέχεις πολύ γρήγορα και γι' αρκετή ώρα, όπως κάναμε εμείς».
«Θα 'ναι αργή η χώρα σου!» είπε η Βασίλισσα.
Λιούις Κάρολ, Μες στον Καθρέφτη και τι βρήκε η Αλίκη εκεί, μτφ. Σωτήρης Κακίσης, Ύψιλον, 1979
Το θέμα μας είναι για την αξία του ρυθμού, του προσωπικού ρυθμού του καθενός που έχει τη δύναμη να κινήσει τα πράγματα, όταν τον συνειδητοποιήσει.
Το θέμα μας είναι και για τον ρυθμό των ιστοριών και των βιβλίων: διαβάζουμε γρήγορα, διαβάζουμε αργά, ό,τι σκεφτόμαστε για το βιβλίο όταν έχουμε τελειώσει την ανάγνωση, περνάει γρήγορα και χάνεται κι άλλες φορές μένει μέσα μας και αργά αργά ξεδιπλώνει τις δυνατότητες του, ριζώνει μέσα μας χαρίζοντάς μας αργά μέσα στο χρόνο τους καρπούς του.
![]() |
βιβλία για το «αργά» και το «γρήγορα» |
τυπώστε την αφίσα (PDF)